Όταν, το Δεκέμβριο του 1957, εκδόθηκε για πρώτη φορά το βιβλίο της Γαλάτειας Καζαντζάκη 'Ανθρωποι και υπεράνθρωποι, διατάραξε εύλογα το λογοτεχνικό στερέωμα της εποχής. Η μυθιστορηματική μεταφορά της σχέσης της με το Νίκο Καζαντζάκη σε ένα βιβλίο που αποκάλυπτε μιαν «άλλη» διάσταση της προσωπικότητάς του και μια διαφορετική θέαση της κοσμοθεωρίας του, αποκαθήλωνε το πρόσωπο από το μύθο του, ενώ ταυτόχρονα απογύμνωνε το συγγραφέα από το πέπλο της εξιδανίκευσης, με την οποία είχε αποκρυσταλλωθεί στο πνευματικό και κοινωνικό τοπίο. Όμως, είτε πρόκειται για δημιούργημα της μυθοπλαστικής αυθαιρεσίας είτε για απείκασμα προσωπικών βιωμάτων, η αξία του μυθιστορήματος αυτού έγκειται πίσω από τα προσχήματα: στις βαθύτερες θέσεις της συγγραφέως και στον εγγενή προβληματισμό της για το ρόλο και το χρέος των διανοουμένων απέναντι στο κοινωνικό γίγνεσθαι. 'Αλλωστε, ο τίτλος 'Ανθρωποι και υπεράνθρωποι μπορεί να παραπέμπει κατ' αρχάς στα νιτσεϊκά αρχέτυπα που θεμελίωσαν την ιδεολογία του Κρητικού συγγραφέα, αλλά σε ένα δεύτερο επίπεδο καταδεικνύει το χάσμα που χωρίζει ενίοτε τη διανόηση από τον έξω κόσμο και τους κινδύνους που ελλοχεύουν όταν το χαράκωμα αυτό υποστυλώνεται από άκαμπτα ιδεολογήματα. |