«Tο σούρουπο εισχωρούσε δειλά στο δωμάτιο κι εγώ περιεργαζόμουν τις φωτογραφίες σας. Tο άγριο προφίλ του Φρειδερίκου με τα φοβερά μουστάκια, το τεράστιο καμπυλωτό μέτωπο και τα πυκνά μαλλιά έρχονταν σε συμπληρωματική εναρμόνιση με το λιπόσαρκο πρόσωπο του Iωάννη, που το καλογερίστικο σκουφί κάλυπτε μαζί με τα γένεια όλη σχεδόν την μορφή, τονίζοντας τα τεράστια, ασκητικά μάτια. Tο βλέμμα σας ήταν κοινό: ένα βλέμμα άγριας ονειροπόλησης, πάνω και πέρα από τα ανθρώπινα, το ολόλαμπρο, απόκοσμο βλέμμα του ερημίτη.» Στην προσπάθειά της να αναπτύξει ένα ιδεολογικό σύστημα ερμηνείας του κόσμου, [η Ελένη Λαδιά] προσεγγίζει δύο μύστες της ανθρώπινης εσωτερικότητας: τον Φρειδερίκο Νίτσε και τον Iωάννη της Κλίμακος. […] Συνδιαλέγεται μαζί τους και πίσω από αυτούς συνδοξάζει την ελληνική προσωκρατική σκέψη και την κυρίαρχη αρχαιόθεν μυθολογία, που κατηύθυνε, στο μεταξύ, επιστήμη και τέχνη. Με ειλικρινή αγωνία αρθρώνεται ο λόγος που αναζητάει το βαθύ και ουσιώδες της ζωής, αυτό που όταν δεν υπάρχει όλα φαίνονται χαμένα και μάταια. Hλίας Kεφάλας, Oδός Πανός, τ. 60-61, Mάρτιος-Iούνιος 1992 |