[La descende des neuf] - I kathodos ton ennia de Thanassis Valtinos Κατεβήκαμε στο ρέμα με κομμένα γόνατα. Πήραμε πάλι τον ανήφορο, σιγά με προφυλάξεις, όσο όμως πέρναγε η ώρα χωρίς αποτέλεσμα, η δίψα μας θέριευε κι αρχίσαμε να τρέχουμε καταμεσής στην κοίτη σαν παλαβοί. Τα χαλίκια έκαιγαν και νιώθαμε τον ήλιο στο κεφάλι μας, τεράστιο και καρφωμένο στη θέση του.
Στο τέλος αποκάναμε. Ο Νικήτας ήταν έτοιμος να καταρρεύσει. Λαχάνιαζε με τη γλώσσα έξω σα θερμιασμένο ζαγάρι. Δεν γλιτώναμε ούτε με το φευγιό. Η δίψα, η δίψα μας, είχε φτάσει και μας είχε ξεπεράσει. Δεν μας έμενε τίποτα άλλο παρά να πέσουμε ανάσκελα τεντώνοντας χέρια και πόδια κατά τον ουρανό. |